Σαν άλλοτε

Πολιτικοί, πολιτική, άρχοντες, Ζάκυνθος, ιερέας, ποιητής, σατιρικός, Ελλάς,

Ι. Κατά των κυβερνητών
Και από να μας εβλέπουσι τουτ’ οι Κυβερνητάδες,

να χαίρονται και να γελούν και να μας περιπαίζουν

απόκρυφα και φανερά, και να μας αναμπαίζουν,

κάλλιον είναι, λέγω σας, να γίνει ένα πράγμα:

το να χαθούμε εν μια στιγμή κι εμείς κι αυτοί αντάμα.

 

Έγραψε: Νικόλαος Κουτούζης 1741 – 1813

Σατιρικός ποιητής της Επτανήσου, Ζακυνθηνός. Είχε σπουδάσει ζωγραφική αρχικά κοντά στον Νικ. Δοξαρά και αργότερα στον περίφημο διδάσκαλο Τιέπολο, στην Βενετία.

Χειροτονήθηκε ιερεύς στη Λευκάδα. Σε όλη του τη ζωή στάθηκε δηκτικός προς το ποίμνιό του. Γενικά υπήρξε αυστηρότατος επικριτής των ευγενών και σφοδρός πολέμιος των Γάλλων δημοκρατικών. Η σάτιρά του είναι επίσης αδυσώπητη, αλλά του αναγνωρίζεται ότι αποτελεί σημαντικό ντοκουμέντο της εποχής του. Ο ίδιος συνήθιζε να λέει:

Όλοι βρίζουν τον Κουτούζη,

που αλήθεια πάντα σκούζει.

Ποια είναι η αλήθεια του Κουτούζη;  Η αλήθεια του κάθε ανθρώπου που βλέπει, καταλαβαίνει, αλλά σωπαίνει. Γιατί άραγε;

Τί σατίριζε ο Ζακυνθηνός ιερέας;  Το αυτονόητο. ‘Οτι πάντοτε η εξουσία δεν χάνει την ευκαιρία να περιπαίζει, να κοροϊδεύει το λαό, μιλάει δεν μιλάει. Ο νοών νοείτω.

 

ΙΙ. Παράπονο του λαού (απόσπασμα)

Δεν μπορεί ανθρώπου γλώσσα

να ειπεί τί συμφορές

εγεννούσαν των αρχόντων

οι κλεψιές και αδικιές.

Ανθρωπόμορφα θηρία,

που λεγόστε Χριστιανοί,

στο κεφάλι σας να πέσει

όλη του Θεού η οργή.

 

 Έγραψε Αντώνιος Μαρτελάος 1754 – 1819

Γόνος αριστοκρατικής οικογενείας. Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, από παιδί χειροτονήθηκε αναγνώστης, τίτλο που τον εκράτησε, και αρνήθηκε κάθε  άλλη προαγωγή. Υπήρξε φιλελεύθερος, γεγονός που εξόργιζε τους ευγενείς της τάξης του και τον αποκαλούσαν άθεο και επαναστάτη. Αυτοεξορίστηκε από τη γενέτειρά του και αργότερα έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρίας. Στην ποίησή του γίνεται φανερή η επίδραση που δέχτηκε από τα μηνύματα της Γαλλικής Επανάστασης και τα κηρύγματα του Ρήγα.

Για ποιο πράγμα μιλάει στην ποίησή του; Το γνωστό. Για την κατάχρηση της εξουσίας από τους άρχοντες και τις συνέπειες που έχουν οι αυθαιρεσίες τους επάνω στο λαό.

 

IΙΙ. Ελλάς

Σε νιώθω στην ψυχή μου σαν Ιδέα,

σαν αίσθημα, σαν οίστρο που ηλεκτρίζει,

σαν έμπνευση ουρανόφερτη κι ωραία,

σα λάμψη που μ’ ελπίδα μας φωτίζει.

Σε νιώθω σαν περήφανη σημαία

που απλώνεται κι αργά σαν κυματίζει,

λες πως πλαταίνει το Άπειρο και νέα

ουράνια μέρη αγνώριστα αντικρίζει.

Χρυσής αυγής χαρμόσυνο εγερτήριο,

γλυκιάς ζωής ελεύθερης σωτήριο,

κι αν ό,τι Συ γεννάς μες την ψυχή μου

Μπορούσα μια στιγμή να τραγουδήσω,

με τη δική σου δύναμη δική μου,

όλο το Σύμπαν ήθελε κλονίσω.

 

Έγραψε: Ναθαναήλ Δομενεγίτης, 1865

Γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, σπούδασε νομικά και ασχολήθηκε με την πολιτική. Παράλληλα έγραψε ποίηση και ασχολήθηκε με μεταφράσεις. Το 1920 εξέδωσε στην Αθήνα την ποιητική του συλλογή «Σονέτα», από όπου και το πιο πάνω ποίημα.

Το ερώτημα το δικό μου είναι: Υπάρχουν σήμερα Έλληνες, που να αγαπούν την πατρίδα μας έτσι, όπως το εκφράζει στο σονέτο του ο ποιητής;  Αν ναι, τότε δεν πρέπει να φοβόμαστε την κρίση, δεν πρέπει να φοβόμαστε κανέναν. Αν πραγματικά αγαπάμε την πατρίδα μας και θέλουμε το καλό της και το καλό μας, δεν έχουμε παρά να μετουσιώσουμε αυτή την αγάπη σε έργο, σε πράξη, ώστε να τη δούμε μεγάλη, τρανή και αξιοσέβαστη. Και σε αυτή μας την προσπάθεια δεν πρέπει να μας εμποδίζουν οι απάτριδες πολιτικοί μας. Και τους λέω απάτριδες, γιατί αν αγαπούσαν έστω και λίγο την Ελλάδα και τους Έλληνες, δεν θα μας έστηναν με την πλάτη στον τοίχο για εκτέλεση.
Αν είμαστε πραγματικοί πατριώτες τότε για μας Ελλάδα σημαίνει: Ιδέα, αίσθημα, οίστρος, ουράνια έμπνευση, φως, περήφανη σημαία, εγερτήριο σημαντικών πραγμάτων, ελευθερία και σωτηρία. Όποιος πράγματι έχει μες την ψυχή του την Ελλάδα έτσι όπως την αισθάνεται ο ποιητής, αυτή η χώρα θα σωθεί και θα λάμψει πάλι. Και μαζί της κι εμείς. Διαφορετικά…