Pablo Neruda, Αργοπεθαίνει (Muere lentamente)

 Το ποίημα.

Αργοπεθαίνει
όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,
όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,
όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,
όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.
Αργοπεθαίνει
όποιος έχει την τηλεόραση για μέντωρα του

Αργοπεθαίνει
όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος προτιμά το μαύρο αντί του άσπρου
και τα διαλυτικά σημεία στο «ι» αντί τη δίνη της συγκίνησης
αυτήν ακριβώς που δίνει την λάμψη στα μάτια,
που μετατρέπει ένα χασμουρητό σε χαμόγελο,
που κάνει την καρδιά να κτυπά στα λάθη και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν «αναποδογυρίζει το τραπέζι» όταν δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,
όποιος δεν ρισκάρει τη σιγουριά του, για την αβεβαιότητα του να τρέξεις πίσω από ένα όνειρο,
όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, έστω για μια φορά στη ζωή του, να ξεγλιστρήσει απ’ τις πάνσοφες συμβουλές.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν ταξιδεύει,
όποιος δεν διαβάζει,
όποιος δεν ακούει μουσική,
όποιος δεν βρίσκει το μεγαλείο μέσα του

Αργοπεθαίνει
όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,
όποιος δεν αφήνει να τον βοηθήσουν,
όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη κακή του τύχη
ή για τη βροχή την ασταμάτητη

Αργοπεθαίνει
όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,
όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει
ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις,
όταν θυμόμαστε πάντα πως για να ‘σαι ζωντανός
χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη
από το απλό αυτό δεδομένο της αναπνοής.

Μονάχα με μια φλογερή υπομονή
θα κατακτήσουμε την θαυμάσια ευτυχία.

Προσέγγιση

Για να μείνει κάποιος άνθρωπός ζωντανός, μας λέει ο ποιητής,  πρέπει να τολμήσει να αλλάξει κατά πρὠτον τις συνήθειές του. Να υιοθετήσει νέες συνήθειες, ικανές να δώσουν χρώμα στην ύπαρξή του αλλά και στον περίγυρό του.

Μια καλημέρα σε γνωστούς και αγνώστους, με πρόσωπο γελαστό και χαρούμενο, να νοστιμέψει και την ζωή των γύρω του.

Αφήνει  στην άκρη το κοντρόλ της τηλεόρασης, κλείνει την πόρτα στην εικονική πραγματικότητα και συνδέεται με την πραγματική ζωή.

Αντιμετωπίζει με θάρρος τα πάθη του, συγκλονίζεται και υποκύπτει σε ό,τι ταράσσει την μακαριότητά του.

Δεν αποφεύγει τα λάθη του. Τα αντιμετωπίζει με χαμόγελο και τα μετρά ως ευκαιρίες για πλουτισμό της ψυχής και του πνεύματός του. Τα λάθη του γίνονται μαθήματα ζωής.

Δεν εγκαταλείπει τα όνειρά του, τα κυνηγά και τα κάνει τμήμα της καθημερινότητάς του. Ονειρεύεται και δημιουργεί. Ταξιδεύει με κάθε ευκαιρία για να γνωρίσει καινούργιους τόπους και ανθρώπους.

Διαβάζει και συναντιέται μέσα στις σελίδες των βιβλίων με νέες ψυχές.

Ακούει μουσική και κάνει μεγάλα ταξίδια στο πεντάγραμμο μαζί με τις νότες.

Κρατάει την φλόγα του έρωτα ζωντανή, γιατί αυτή θρέφει τη φαντασία του.

Δεν παραπονιέται για τις δυσκολίες της ζωής του, δεν κλαίγεται, αν κάτι δεν πήγε καλά, αν κάποιο από τα όνειρά του τον ξεγέλασε και χάθηκε. Κάνει νέα όνειρα.

Δεν μιζεριάζει και δεν δηλητηριάζει την ζωή του και την ζωή των γύρω του.

Δεν αφήνεται, δεν εγκαταλείπεται, δεν επαναπαύεται. Συνεχώς ψάχνεται, προβληματίζεται, θέλει να μαθαίνει, δεν σταματά να ρωτά και να  μαθαίνει.

Γιατί γνωρίζει ότι ζωή δεν σημαίνει μόνον να ανασαίνεις. Είναι κάτι περισσότερο από μιαν ανάσα.

Ζωή είναι δράση.

Ο ποιητής

Ο Νεφταλί Ρικάρδο Ρέγιες Μπασσάλτο – όπως ήταν το πραγματικό όνομα του Νερούντα- γεννήθηκε το 1904 στο Παρράλ της Χιλής. ‘Ηταν ένας από τους πιο σημαντικούς και παραγωγικούς ποιητές της Λατινικής Αμερικής, με περισσότερα από 30 βιβλία στο ενεργητικό του. Εντάχθηκε στους κόλπους του Κομμουνιστικού Κόμματος και αρκετά χρόνια αργότερα εκλέχτηκε γερουσιαστής. Αντιπροσώπευσε τη χώρα του ως διπλωμάτης από το 1926 ως το 1938 σε διάφορα μέρη της Άπω Ανατολής και της Ισπανίας, όπου έζησε από κοντά τον εμφύλιο.

Πίστευε ότι ο ποιητής οφείλει να συμμετέχει στα κοινά και δεν διαχώριζε την ποίηση από την πολιτική. Όταν το 1948 το Κομμουνιστικό Κόμμα κηρύχτηκε παράνομο, ο Νερούντα ταξίδεψε αρχικά στην Αργεντινή και αργότερα στη Σοβιετική Ένωση. Επέστρεψε στη Χιλή τέσσερα χρόνια αργότερα και το 1953 του απενεμήθη το Βραβείο Λένιν. Παράλληλα όμως με τα πολιτικοποιημένα ποιήματά του, ο Νερούντα έγραψε και μεγάλο αριθμό προσωπικών και οικείων ποιημάτων. Τα πιο ερωτικά από αυτά περιλαμβάνονται στη συλλογή «Εκατό ερωτικά σονέτα» και απευθύνονται στη Ματίλντε Ουρούτια, με την οποία άρχισε να συζεί το 1955.

Η φήμη του Χιλιανού ποιητή είχε απλωθεί σε όλο τον κόσμο και το 1971, περίοδος που ο Νερούντα ήταν πρεσβευτής στη Γαλλία, του απονέμεται το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Άλλα έργα του ποιητή είναι: «Η τρίτη κατοικία», «Κάντο Χενεράλ» (έργο που μελοποιήθηκε στην Ελλάδα από το Μίκη Θεοδωράκη), «Το αλλοπρόσαλλο βιβλίο», «Γήινη κατοικία», κ.ά.

Πέθανε το 1973 σε ηλικία 69 ετών και η κηδεία του ήταν το πρώτο ξέσπασμα των Χιλιανών εναντίον της δικτατορίας.

 

Σχολιάστε