Όταν λέμε το όνομα Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, όλοι νοιώθουμε ότι αυτό δεν φτάνει. Χρειάζεται να προσθέσουμε έναν ακόμη χαρακτηρισμό, για να είμαστε ακριβείς. Έτσι λέμε: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Έλληνας ήρωας. Θα μιλήσω λοιπόν πρώτα για τους Έλληνες ήρωες και στην συνέχεια για τον ήρωά μας.
Ήρωες έχουν γεννήσει και οι Ελληνίδες μάνες. Έχουν γεννήσει βέβαια και προδότες. Αλλά εμείς τώρα θα μιλήσουμε για τους ήρωες. Σύμφωνα με την μυθολογία μας οι Έλληνες ήρωες και οι Ελληνίδες ηρωίδες είναι παιδιά που έχουν προέλθει από τον έρωτα ενός θεού και μιας θνητής ή μιας θεάς και ενός θνητού. Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες ήρωες έχουν όχι μόνον την ανθρώπινη πνοή και μοίρα, αλλά και την θεία πνοή μέσα τους. Αυτή είναι που τους εμπνέει να κάνουν τα μεγάλα, τα σπουδαία και τα αληθινά. Ο Κολοκοτρώνης είναι ένας Έλληνας ήρωας, και ως γνήσιος ήρωας μπήκε με πάθος στην φωτιά και να αγωνιστεί για την Ελευθερία των Ελλήνων.
Για την υλοποίηση αυτού του σκοπού πολέμησε όχι μόνον με τους Τούρκους. Στις αρχές του 19ου αιώνα που ξεκίνησε ο αγώνας της ελληνικής ανεξαρτησίας, η Τουρκία βρισκόταν σε κατάσταση σήψης. Ο ήρωάς μας όμως χρειάστηκε να πολεμήσει με όλη την Ευρώπη, που από το 1815 είχε στόχο την κατάπνιξη κάθε εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Ρωσία, Αυστρία, Πρωσία, Γαλλία, Αγγλία, Κάτω χώρες και όλα τα άλλα βασίλεια που υπήρχαν τότε δούλευαν γι αυτόν τον σκοπό.
Καταλαβαίνετε λοιπόν γιατί υποστηρίζω ότι ο Κολοκοτρώνης και οι άλλοι αγωνιστές χρειάστηκε να πολεμήσουν με όλη την Ευρώπη για την απελευθέρωση. Δεν θα μιλήσω όμως για μάχες ούτε καν του Κολοκοτρώνη. Θα περιοριστώ μόνο σε ένα γεγονός της ζωής του, για το οποίο θα έλεγε κάποιος ότι μας στιγματίζει ως λαό, ενώ εγώ θα υποστηρίξω ότι μας κάνει υπερήφανους.
Το 1827 ήλθε στην Ελλάδα ως πρώτος της κυβερνήτης ο Ιωάννης Καποδίστρια. Ο Κολοκοτρώνης και πολλοί άλλοι αγωνιστές τάχθηκε αμέσως στο πλευρό του, πίστεψε στον κυβερνήτη και στις προθέσεις του να κάνει την Ελλάδα ένα μεγάλο και ανεξάρτητο κράτος. Κάτι που δεν το ήθελαν οι ξένοι. Ο Κολοκοτρώνης επίσης πίστεψε και στην βοήθεια της Ρωσίας προς την Ελλάδα, η Ρωσία ήταν ομόδοξο κράτος.
Εν τούτοις, μετά την δολοφονία του κυβερνήτη και το χάος που σκόπιμα δημιούργησαν οι ξένες δυνάμεις στην χώρα για να πείσουν τους Έλληνες ότι είναι ανίκανοι να κυβερνηθούν ή να κυβερνήσουν και έχουν την ανάγκη των ξένων προστατών, υποχώρησε, προκειμένου να ησυχάσει αυτός ο χιλιοταλαιπωρημένος τόπος, και δέχτηκε να έλθει το 1832 στην Ελλάδα ο βασιλιάς Όθων. Επειδή ο Όθων ήταν ανήλικος, μέχρι την ενηλικίωσή του ως το 1835 η Ελλάδα κυβερνήθηκε από μια αντιπροσωπεία Βαυαρών: τον Άρμανσμπεργκ, τον Μάουερ, τον Έιντεκ, τον Γκρένερ και τον Άμπελ.
Οι άνθρωποι αυτοί αν και δεν μπόρεσαν ποτέ να καταλάβουν τι σημαίνει Έλληνας ήρωας, εν τούτοις, φοβήθηκαν τους Έλληνες ήρωες. Από την αρχή λοιπόν που ήλθαν στην Ελλάδα έβαλαν σε εφαρμογή ένα μεγαλόπνοο σχέδιο. Να απογυμνώσουν τους Έλληνες από τους ήρωές τους. Ένας λαός χωρίς ήρωες είναι ένας χαμένος λαός. Ένας τρόπος υπήρχε για αυτούς, προκειμένου να τους βγάλουν από την μέση και να μην φανούν στυγνοί δολοφόνοι. Να κατασκευάσουν άδικες δίκες.
Για τον Κολοκοτρώνη, τον πρώτο ήρωα, τον Πλαπούτα, και τους άλλους βρήκαν ψευδομάρτυρες, ντόπιους γραικύλους πολίτες και πολιτικούς, όπως αυτήν την μαϊμού τον Κωλέτη, να υποστηρίξουν ότι όλοι αυτοί με αρχηγό τον Κολοκοτρώνη συνωμοτούσαν κατά του Όθωνα και ήθελαν να τον ρίξουν. Με αυτές τις ψευδείς κατηγορίες τους εισήγαγαν σε δίκη.
Ο Κολοκοτρώνης συνελήφθη στις 6 Σεπτεμβρίου του 1833 μαζί με τον Πλαπούτα, τον Τζαβέλα, τον Νικηταρά και άλλους αγωνιστές. Φυλακίσθηκε στο Παλαμήδι σε ηλικία 63 ετών. Στις 16 Απριλίου του 1834, ξεκίνησε η δίκη του. Έγινε στο παλιό τζαμί του Ναυπλίου, της πρώτης πρωτεύουσας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους και τελείωσε στις 26 Μαΐου 1834.
Η ποινή για τον Κολοκοτρώνη και τον Πλαπούτα ήταν θανατική εκτέλεση στη λαιμητόμο, εντός 24 ωρών. Στο άκουσμά της ο πρώτος σταυροκοπήθηκε, ο δεύτερος αναλύθηκε σε λυγμούς. Το ακροατήριο έμεινε άναυδο. «Άδικα σε σκοτώνουν στρατηγέ…», ψιθύρισε στον Κολοκοτρώνη ένα από τα παλικάρια του, που του συμπαραστεκόταν. Η Ιστορία δεν έγραψε το όνομά του. Όμως κατέγραψε την απάντηση που έδωσε ο αγέρωχος πολέμαρχος: «Γι’ αυτό λυπάσαι; Καλύτερα να σε σκοτώνουν άδικα, παρά δίκαια!».
Πρόεδρος του δικαστηρίου ήταν ο Αναστάσιος Πολυζωίδης καταγόμενος από το Μελένικο Σερρών, της τουρκοκρατούμενης Μακεδονίας. Αρχικά απ όσα είχε ακούσει αυτές τις μέρες ήταν σχεδόν βέβαιος για την ενοχή των κατηγορουμένων. Οι Βαυαροί αντιβασιλείς είχαν καταφέρει να πείσουν ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας ότι οι κατηγορούμενοι ήταν ένοχοι εσχάτης προδοσίας.
Μέλη του δικαστηρίου ήταν οι Γ. Τερτσέτης, ο Δ. Σούτσος, ο Α. Βούλγαρης και ο Φ. Φραγκούλης. Ο αντιβασιλέας Μάουερ είχε εκ των προτέρων αποφασίσει να πάρει τα κεφάλια των δύο ηρώων. Για την ευόδωση των σκοπών του χρησιμοποίησε τον υπουργό Δικαιοσύνης Κ. Σχινά και τον εισαγγελέα της έδρας, κάποιον Άγγλο Μάσoν.
Όταν η ακροαματική διαδικασία ολοκληρώθηκε, ο Πολυζωίδης ως πρόεδρος κάλεσε το δικαστήριο σε διάσκεψη. Ο Μάουερ ήθελε να τελειώσει με συνοπτικές διαδικασίες η διάσκεψη. Συνέβη, όμως ο Πολυζωίδης να έχει σχηματίσει ακλόνητη δικαστική πεποίθηση ότι οι κατηγορούμενοι ήσαν αθώοι.
Πρώτος πήρε τον λόγο ο Τερτσέτης και μίλησε για την αθωότητα των δύο πολέμαρχων. Ο Σούτσος που ήταν γαμπρός του Σχινά, ψήφισε υπέρ της καταδίκης σε θάνατο. Το ίδιο και οι Βούλγαρης και Φραγκούλης. Μέχρι στα γόνατά τους έπεσαν ο Πολυζωίδης και ο Τερτσέτης για να τους μεταπείσουν. Εκείνοι έσπευσαν στον υπουργό Δικαιοσύνης για να δουν τι θα κάνουν. Αυτός έγινε έξαλλος. Τους διέταξε να επιστρέψουν στην αίθουσα συσκέψεων. Ταυτόχρονα έστειλε αστυνομικούς κλητήρες για να φέρουν πίσω τους δύο αντιρρησίες, Τερτσέτη και Πολυζωίδη, που στο μεταξύ είχαν γυρίσει στα σπίτια τους.
Ο Σχινάς συνεννοείται με τον Μάουερ, σπεύδει με την επίσημη στολή του στο δικαστήριο και διατάσσει τους δύο διαφωνούντες να υπογράψουν τη θανατική καταδίκη. «Εν ονόματι του βασιλέως σας διατάσσω να υπογράψετε την απόφαση», φωνάζει.
«Προτιμώ να μου κόψετε το χέρι!», απαντά ο Πολυζωίδης.
«Δεν θα με έχετε συνεργό στον φόνο δύο αθώων ανθρώπων», λέει ψύχραιμα ο Τερτσέτης.
Έξαλλος ο υπουργός Δικαιοσύνης παραγγέλλει στους αστυνομικούς κλητήρες να χρησιμοποιήσουν τις ξιφολόγχες για να σύρουν τους δύο νομικούς στην αίθουσα του δικαστηρίου. Οι χωροφύλακες εκτελούν την εντολή, τους χτυπούν, τους σκίζουν τα ρούχα. Θέλουν να τους εξευτελίσουν.
Ο Πολυζωιδης είπε:
“Το σώμα μου δύνασθε να το κάμητε όπως θέλετε, αλλά τον στοχασμόν μου, την συνείδησίν μου, δεν θα δυνηθήτε να τα παραβιάσητε”.
Η απόφαση προκάλεσε μεγάλο σάλο. Λίγες ώρες αργότερα η βαυαρική αντιβασιλεία υποχρεώθηκε να μετατρέψει την ποινή σε κάθειρξη. Με την ενηλικίωσή του ο Οθων -αυτός «ο νεαρός Βαυαρός βλαξ», όπως τον αποκαλούσε ο Κάρολος Μαρξ- έδωσε χάρη.
Στο μεταξύ, ο Κολοκοτρώνης πέρασε στις φυλακές μεταχείριση που δεν του είχαν επιφυλάξει ούτε οι Τούρκοι διώκτες του. Έζησε για εφτά μήνες στα μπουντρούμια των μεσαιωνικών φυλακών στο Παλαμήδι και την Ακροναυπλία. Στα απομνημονεύματά του, που διηγήθηκε στον Τερτσέτη ο Κολοκοτρώνης αναφέρει με πόνο:
«Μ’ έβαλαν εννέα μήνες φυλάκιση, χωρίς να βλέπω κανέναν εκτός από τον δεσμοφύλακά μου. Δεν ήξερα τόσους μήνες τι γίνεται έξω, ποιος ζει, ποιος πεθαίνει, ποιον άλλον έχουν φυλακισμένο. Δεν ήξερα γιατί μ έχουν φυλακισμένο. Ποτέ δεν πίστευα ότι θα φτάσουν σε τέτοιο σημείο να φτιάξουν ψευδομάρτυρες».
Τόσο ο Τερτσέτης όσο και ο Πολυζωίδης απολύθηκαν από τις θέσεις τους και οδηγήθηκαν σε δίκη για την στάση τους αυτήν.
Ένα σύντομο απόσπασμα από τη απολογία των δικαστών. Είναι πολύ επίκαιρο στις ημέρες μας που τον ρόλο του ξένου δάχτυλου έχουν αναλάβει τα ΜΜΕ.
Είπε λοιπόν ο Τερτσέτης.
«Όταν κανείς ενδιαφέρεται για την τύχην ενός έθνους ή ενός ανθρώπου, πρέπει να τους μιλάει την γλώσσαν της λογικής και της αλήθειας. Θα ’θελα αν είναι δυνατόν να τ’ ακούσει ολόκληρη η Ελλάς. Τυχοδιώκτες κάθε χώρας έσπευσαν να την υπερασπιστούνε, πολύ λίγοι ενδιαφέρονται γι’ αυτήν από ζήλον αφιλοκερδή. Να ποιες νομίζω πως είναι οι απώτερες σκέψεις τους: “Η Ελλάδα μαστίζεται από διχόνοιες. Εκεί θα μπορέσουμε να αποκτήσουμε πλούτη κι εξουσία ίσως, ποιος ξέρει”, λένε οι πιο επίσημοι, “αν δεν καταφέρουμε να καθίσουμε πάνω στον θρόνο του Άργους ή των Μυκηνών. Οι Έλληνες είναι αμαθείς και αγροίκοι. Ήτανε σκλάβοι των Τούρκων. Τώρα η σειρά μας να κυριαρχήσουμε πάνω τους και μ’ αυτό θα τους κάνουμε μεγάλη τιμή”.
Αν εμείς οι Έλληνες είμαστε σώφρονες, δεν πρέπει να αφεθούμε να μας θαμπώσουνε οι ψεύτικες και συμφεροντολόγες εκδηλώσεις τους. Πρέπει να κάνουμε χρήση των υπηρεσιών τους, να τους αμείψουμε γενναία. Να μη τους δώσουμε, όμως, παρά μια δευτερεύουσα εξουσία, όπου δεν θα μπορούν να κάνουν κατάχρηση. Να θυμόμαστε πάντα πως αυτοί που φωνασκούν περισσότερο για χάρη της ελευθερίας είναι άπληστοι για κυριαρχία και σκοταδισμό. Ο τόπος αυτός ήταν σκληρός. Το αίμα έχει κάνει το χώμα πέτρα. Το κλίμα είναι ύπουλο, βαρύ. Είτε από ελονοσία, όπως ο λόρδος Μπάιρον, είτε από πιστόλι και μαχαίρι θα πεθαίνουν οι ξένοι. Η Ελλάδα αργά ή γρήγορα ξερνάει τα ξένα σώματα που πάνε ν’ ακουμπήσουν επάνω της κι ας έχουν τις καλύτερες προθέσεις.
(απευθύνεται στον Άγγλο επίτροπο και του λέει)
Είσαι Εγγλέζος κι επειδή είσαι αλλοεθνής, δεν μπορείς να είσαι δίκαιος. Δεν μπορείς να δικάσεις Έλληνες. Ξέρεις να λες Ελλάδα στα ελληνικά, μα τίποτα δεν νιώθεις από ό, τι σπουδαίο, μεγάλο κι αιώνιο κρύβει τούτη η λέξη στα σπλάχνα της. Κατέλαβες την θέσιν του εισαγγελέως σε ελληνικόν δικαστήριον, αλλά δεν έχεις θέση στην ελληνική δικαιοσύνη, Επίτροπε. Θέλεις να δικάσεις τους Έλληνες με τον πατριωτισμόν του Εγγλέζου. Αυτό δεν γίνεται. Ο εθνισμός μας, ω Επίτροπε, είναι θεμελιωμένος εις τα αίματα 800.000 Ελλήνων που θυσιάστηκαν εις τον Αγώνα. Είστε υποκριταί, γιατί λέτε ότι αγαπάτε την Ελλάδα, αλλά ζητάτε να αποκεφαλίσετε τους Έλληνες. Και τι Ελλάδα θα απομείνει χωρίς τους Έλληνες; Μήπως θέλετε να σφάξετε εμάς, για να κατοικηθεί από σας, ω Φιλέλληνες; Ζητήσαμε την βοήθειάν σας. Ζητήσαμε τον πολιτισμό σας κι εσείς μας φέρατε κρεμάλες και ξιφολόγχες. Κατηγορείς τον Κολοκοτρώνη, γιατί ελευθέρωσε την Ελλάδα. Επιβουλεύεσαι τον Κολοκοτρώνη, που επικεφαλής ενός έθνους σας υποχρέωσε να του παραχωρήσετε την ελευθερία του, γιατί εσύ και οι προϊστάμενοί σου δεν θέλατε να ελευθερωθούμε. Και αφού δεν μπορείτε να αφανίσετε όλους τους Έλληνες και καλυπτόμενοι απ’ την ανάγκη που σας έχουμε, δολοφονείτε τους πρώτους αυτού του τόπου, γιατί έχετε μίσος εναντίον του γένους μας, που πάντα μέσα σε ολόκληρη την Ιστορία του στάθηκε απέναντι στους τυράννους και την τυραννία. Γιατί, όντας τούτος ο τόπος πέρασμα γι’ άλλες θάλασσες, για μεγάλα κέρδη και συμφέροντα, έχει το κακό ιδίωμα να κατοικείται από έναν δύσκολο, ατίθασο και υπερήφανο λαό».