Ηλέκτρας Στρατωνίου, ποίηση

ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΟΥ
Με ροδόσταμο και μέλι θα πλύνω τις πληγές σου,
με άστρα, φεγγάρια και ήλιους
θα στολίσω τα σκοτάδια σου, μουσικές θα γίνω και γέλια
στα σιωπηλά σου βράδια
και φιλιά, αμέτρητα φιλιά, για να ποτίσω τα χείλη σου!
Ψάχνεις δρόμους π΄ οδηγούν
στο φως, σε χάδια αγοριών σε σώματα ζεστά του έρωτα!
Οι δρόμοι όμως σε προδώσανε.
Φύγε σου φώναζαν, φύγε! Κρύβουμε πόνο και μοναξιά!
Φύγε! Εδώ υπάρχει αδιέξοδο!
Βούλιαξες των ματιών σου το γαλάζιο στις θάλασσες
κι έγινε αλμύρα και κύματα
ήπιαν μικρά γλαρόπουλα και ξεψύχησαν στον αφρό.
Βαρκούλα έγινες χάρτινη
ακυβέρνητη, σε σκοτεινούς καιρούς, άγρια πεινασμένους!
Ψεύτης ο χάρτης κι η πυξίδα σου,
η ομίχλη σκέπασε τα λιμάνια και ναυάγησες σ΄ άγνωστα νερά!

Γαύριο Άνδρου 1962 – 1963

Το πανέμορφο αυτό σύντομο διήγημα μαζί με άλλα δύο και ένα ποίημα ακόμη μας το πρόσφερε η εκλεκτή Ηλέκτρα Στρατωνίου για να τα αναρτήσω στο ιστολόγιό μου. Τους δίνει τον τίτλο: ΠΑΣΧΑΛΙΝΑ – Μικρά και γλαφυρά!

Η Ηλέκτρα Στρατωνίου, γέννημα της Χαλκιδικής ζει και εργάζεται στην Αθήνα. Από την παιδική της ηλικία γράφει ποιήματα και διηγήματα. Καθοριστική για την συγγραφική της πορεία υπήρξε η συνάντηση με τον Γιάννη Ρίτσο, ο οποίος την παρότρυνε να συνεχίσει το γράψιμο. Έχει σπουδάσει αρχιτεκτονικό και ελεύθερο σχέδιο και τις σπουδές της συμπλήρωσε στην Γερμανία, όπου σπούδασε και ζωγραφική. Στην Ελλάδα συνεργάστηκε με τον γλύπτη Θωμά Μώλο για δέκα περίπου χρόνια. Έχει κάνει πολλές εκθέσεις και έργα της βρίσκονται σε ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Έχει εκδώσει τέσσερις ποιητικές συλλογές. Είναι μέλος της Εταιρείας Ελλήνων λογοτεχνών.

Ι. Γαύριο Άνδρου 1962 -1963

Πρώτος χρόνος μετάθεσης του πατέρα μου. Βρέθηκα με την οικογένεια μου από την Χαλκιδική, σε ένα νησί άγνωστο, με ανθρώπους διαφορετικούς και μ΄ έναν τρόπο ζωής  με ήθη κι έθιμα αλλιώτικα από τα δικά μας.

ΠΑΣΧΑ – Αυτό σήμαινε για τους γονείς μου νηστεία την Μ. Εβδομάδα και τα παιδιά τους (εγώ και η αδερφή μου,) με το νταααν της πρωϊνής καμπάνας στην εκκλησία, όλη την ημέρα, ως το βράδυ που τελείωνε η λειτουργία! Με λίγα λόγια με τον παπά ανοίγαμε την πόρτα της και με τον παπά την κλείναμε! Ο πατέρας μου είχε ενημερώσει και τον μπάρμπα Τσώρο τον ψάλτη ότι ήξερα από αυτά, καθότι ο αδερφός του ήτανε ψάλτης και κάποιες φορές ήμουνα δίπλα του σαν βοηθός! Έτσι ξεκίνησε ο Γολγοθάς «της καριέρας μου» στο ψαλτήρι!   Ηλικιωμένος και κουρασμένος ο μπάρμπας, κουφός και στα μάτια λίγο θαμπός, βρήκε σε μένα μια λύση για όλα τα προβλήματα του! Ατελείωτα τα «γράμματα» και οι «απόστολοι» της Μεγαλοβδομάδας, βράχνιαζα από το πολύ διάβασμα, πεινούσα, νύσταζα, βαριόμουν και κυρίως ζήλευα τα παιδιά που έπαιζαν μπάλα στο προαύλιο και στην αλάνα κι έτρωγαν κουλούρια και τα πρώτα τους παγωτά, αλωνίζοντας το χωριό με τα ποδήλατα!  Άρχισα να θυμώνω και φούντωνε μέσα μου το άδικο!                                                                   

-Γιατί ; Εγώ δεν έχω δικαίωμα, να χαρώ τις διακοπές του σχολείου;                                               

Έτσι αποφάσισα να «κλέβω» λέξεις, προτάσεις, σελίδες και ολόκληρα εδάφια, να τελειώνει πιο γρήγορα η εκκλησία και να προλαβαίνω τους συμμαθητές μου στα παιχνίδια τους! Αυτό κράτησε αρκετά χρόνια και ήταν όλοι ευχαριστημένοι! Ο γέρος παπάς, ο γέρος ψάλτης και ο κόσμος που πήγαινε στο σπίτι του πιο νωρίς και ξεκουραζόταν!        Βέβαια κάποια στιγμή πρόσεξαν ότι «κάτι» συμβαίνει, αλλά το συμπέρασμα ήταν:   

 – Αυτό το κοριτσάκι ξέρει καλά τα γράμματα, διαβάζει γρήγορα και καθαρά και τα καταλαβαίνουμε καλύτερα, ο μπάρμπα Τσώρος έγινε «αργοκίνητο καράβι!                -Μπράβο στο κορίτσι, χίλια Μπράβο!!!»

Καμάρωνε ο πατέρας μου που άκουγε παινέματα για την κόρη του κι εγώ γελούσα   και κορόιδευα από μέσα μου γιατί επί τέλους, έπαιρνα απ΄ όλους την εκδίκηση μου!                                                    

Είδη είχα ξεκινήσει τον πόλεμο μου με την εκκλησία και είπα:                                                       

 – Ή εσύ πρώτη ή Εγώ!

Από τότε είμαι Πρώτα Εγώ και μετά Εκείνη!


ΙΙ. Γαύριο Άνδρου 1963- 1964

Μετά τον πρώτο χρόνο της «καριέρας μου» ως ψάλτης στην εκκλησία, αναβαθμίστηκα και πήρα προαγωγή, έγινα γενικός «δερβέναγας» στο καμπαναριό! Εγώ είχα την ευθύνη για το χτύπημα της καμπάνας κάθε Κυριακή και γιορτή, αλλά κυρίως την Μ. Εβδομάδα που οι καμπάνες χτυπάνε ασταμάτητα! Διάλεγα λοιπόν ποιόν φίλο θα πάρω επάνω στον παραμυθένιο μου πύργο και αισθανόμουν σαν την Εσμεράλντα στην Παναγία των Παρισίων! Έπαιρνα 2-3 αγόρια και ανεβαίναμε την σιδερένια σκάλα που οδηγούσε στο prive βασίλειο μου, κλείναμε την καταπακτή για την αποφυγή τυχόν απρόοπτων επισκέψεων και ξεκινούσε το… πάρτυ μας!
Δύο περιστατικά που θα μου μείνουν αξέχαστα είναι τα εξής:
α΄) Είναι βράδυ Μ. Πέμπτης, η εκκλησία γεμάτη πιστούς, το ίδιο και στον εξωτερικό
χώρο, όλοι περιμένουν ν΄ ακούσουν τα δώδεκα Ευαγγέλια και να βγάλει ο παπάς τον
Εσταυρωμένο! Εμείς επάνω στο ρετιρέ μας (3αγόρια κι εγώ,) έχουμε προμήθειες από
γκοφρέτες, τσιπς, κουλούρια, ένα μπουκάλι ρετσίνα και.. τσιγάρα Άσσος (άφιλτρα.)
Παλιόπαιδα, πάνω στην τρέλα μας, όλοι «μπουμπούκια» ένας – κι ένας!
Άρχισε το ντουμάνι και η γύρα του πιοτού από στόμα σε στόμα! Κάποια στιγμή ακούμε
από κάτω κάποιος που έλεγε: – Το καμπαναριό έχει καπνό! Βρε μήπως άρπαξε καμιά
φωτιά; Αμάν τι πάθαμε! Σηκώθηκε ένα σούσουρο στον κόσμο και κάποιος έτρεξε να
ειδοποιήσει τον επίτροπο. Μια και δυό αυτός ανεβαίνει την σκάλα κι έρχεται να δει τι
συμβαίνει…. Φωνάζει το όνομά μου, του απαντώ είμαι καλά και ότι δεν μπορώ να ανοίξω γιατί έχει κολλήσει ο σύρτης της καταπακτής! Ο καπνός του λέω, είναι από κάτι κεριά που έχουμε ανάψει για να βλέπουμε… Δεν ξέρω αν με πίστεψε, σημασία έχει ότι έφυγε γιατί έπρεπε να προσέχει το παγκάρι, μην τυχόν πάρει κανείς κερί τζάμπα χωρίς δραχμή!
Εμείς εξαφανίσαμε τα πειστήρια του εγκλήματος μας και ως αθώα παιδιά, αρχίσαμε
να κατεβαίνουμε ένας – ένας στο ναό βγαίνοντας ήσυχα έξω και να την «κοπανάμε»
για βόλτα στο λιμάνι, έτσι ούτε γάτα – ούτε ζημιά! Την βγάλαμε «λάδι» όπως λέμε!
β΄) Την ίδια χρονιά, το βράδυ της Ανάστασης (Μ. Σάββατο,) έχουμε πιάσει το πόστο μας στο καμπαναριό, από νωρίς το απόγευμα. Μαζί με τέσσερις φίλους – θαυμαστές ( ξέχασα να σας πω) ότι είχαν αρχίσει, τα σου-μου-του- ξου και στης «Μαρίτσας την ποδιά σφάζονταν παλληκάρια» κατά το άσμα! Ετοιμάζαμε λοιπόν με φούρια τα αυτοσχέδια βαρελότα μας, με πολύ απλά και δοκιμασμένα υλικά! Χασαπόχαρτο, σπάγκο, μπαρούτι και φυτίλι, η συνταγή απλή για αρχαρίους: Τυλίγαμε σε σχήμα τριγώνου χαρτί με λίγο μπαρούτι, βάζαμε το φυτίλι στην ακμή και δέναμε σφιχτά με τον σπάγκο! Αυτά τα λέμε «τρίγωνα της Ανάσταση». Είχαμε φτιάξει καμιά εικοσαριά και ήμασταν έτοιμοι για επίθεση! Δώδεκα παρά κάτι όλο το εκκλησίασμα έξω στο προαύλιο, με κεριά αναμμένα από το Άγιο Φως και τον παπά Νικόλα στην εξέδρα! Το σχέδιο μας καλά μελετημένο, με το Χριστός Ανέστη ανάβει ο καθένας μας το τρίγωνο και το πετάμε κάτω στα ΔΕΞΙΑ του ναού, που δεν είχε ανθρώπους! Με το χαρμόσυνο άκουσμα «Χριστός Ανέστη» λοιπόν, αρχίσαμε τον πόλεμο! Μπάμ και μπούμ φωνές από πιστιρίκια και γιαγιές ένας πανζουρλισμός, εγώ να χτυπώ τις διπλές καμπάνες και να πετάω τρίγωνα! Ξαφνικά ακούμε να φωνάζει ο Μίμης:

  • Όχι ρε γα…το …Όχιιι ! Τον βλέπουμε με δύο βαρελότα αναμμένα να τινάζει το χέρι του
    πανικόβλητος και να τα ρίχνει πάνω στον κόσμο που στέκονταν από κάτω! Χαμός!
    Το ένα πέφτει σε μιας γυναίκας το παλτό μέσα στην τσέπη και το άλλο στα μαλλιά μιας
    κοπέλας! Αρπάζουν φωτιά και οι δύο, τσιρίζουν, τρέχουν και πίσω τους κάποιοι για να
    τις σβήσουν! Στο μεταξύ όλοι ρωτούν από που ήρθαν αυτά τα τρίγωνα, ποιος τα πέταξε;
    Περιττό να σας πω, ότι κανείς δεν μας είχε δει και κανένας δεν υποψιάστηκε, ότι έπεφταν απ΄ το καμπαναριό! Και τώρα το καλύτερο… Εμείς από τον φόβο μας κοντεύαμε να πάθουμε ίκτερο! Άρχισαν οι χωροφύλακες να ψάχνουν ολούθε, οι δάσκαλοι, ο Ειρηνοδίκης, κι από κοντά ο Λιμενάρχης, με αποτέλεσμα εμείς «οι τρομοκράτες» να περιμένουμε την σύλληψη μας, με χειροπέδες, μπουντρούμια κι αναμορφωτήρια! Αποφασίσαμε λοιπόν να μείνουμε εκεί πάνω, μέχρι να φύγουν όλοι και μετά να γίνουμε Λούηδες! Μόνον που υπολογίζαμε δίχως τον ξενοδόχο γιατί άδειασε η εκκλησία χωρίς να το καταλάβουμε κι ο επίτροπος έφυγε κλειδώνοντας την πόρτα! Τσακισμένοι αράξαμε στα στασίδια και κλαίγαμε την μοίρα μας, δεν υπήρχε πλέον καμιά σωτηρία… Φτιάχναμε σενάρια για τις εξηγήσεις που θα δίναμε στους γονείς μας! Κι επειδή τέτοιες νύχτες γίνονται θαύματα εμείς είχαμε την τύχη να ζήσουμε ένα! Ήρθαν και μας άνοιξαν κατά την μία η ώρα αφού
    οι γονείς μας είχαν αναστατώσει τους πάντες με την εξαφάνιση μας!
  • Τους διηγηθήκαμε κλαίγοντας το γνωστό παραμύθι, – μάγκωσε ο σύρτης και δεν άνοιγε η καταπακτή του καμπαναριού κλπ- κλπ … Όχι μόνον μας πίστεψαν και δεν μας μάλωσαν, αλλά θύμωσαν με τον έρμο των επίτροπο που ήταν σαν ζεματισμένος γιατί πριν φύγει δεν ανέβηκε να μας φωνάξει, όπως όφειλε να κάνει πριν να κλειδώσει την εκκλησία! Σαν να μην έφτανε αυτό, του είπαν το πρωί να φέρει μάστορα για ν΄ αλλάξει τον χαλασμένο σύρτη!
    Ήταν το Πάσχα μιας ατίθασης προ- εφηβείας, που ονειρευόταν την ενηλικίωση Της!

Έρημος και πόλη

Του Αρχιμ. Χρυσοστόμου Χρυσόπουλου, Θεολόγου – Κοινωνιολόγου

Παράξενο  είναι το συναξάρι  της  πέμπτης Κυριακής, των νηστειών. Περιγράφει μια πρώην πόρνη που η ζωή της με  ευκολία περιγραφόταν  ως  άθλια,  ελεεινή,  ντροπιαστική.  Όμως δεν τη θυμόμαστε αύριο  ως  αμαρτωλή, αλλά την προβάλλουμε  ως  μετανοημένη∙   δεν  κοιτάμε το πριν,  αλλά τονίζουμε το μετά,  ξεχνάμε  το παλιό και αξιοποιούμε  το αιώνιο. Κοντά στον Ιορδάνη  ποταμό    και   στην έρημό Του  βρίσκει  καταφύγιο  άσκησης και μετάνοιας  η  Μαρία  από την  Αίγυπτο,  η χθές ανήθικη που τιμάται   σήμερα ως   Οσία.

Ο βίος  της  φιλοξενεί  δεκαεπτά  ολόκληρα χρόνια  να εμπορεύεται  τη σάρκα της,   την ωραιότητά  της, την εξυπνάδα  της. Δώρα, αρώματα,  διασκεδάσεις, εραστές  ήταν  οι απολαύσεις  της.  Κέρδιζε  πολλά, έχανε  την ψυχή της.  

Η θρησκευόμενη κοινωνία μας δεν μπορεί δήθεν να ανεχθεί ηθικές παραβατικότητες, σαν αυτές είχε κάνει η  Οσία Μαρία στην πόλη της την Αλεξάνδρεια και σπεύδει να χαρακτηρίσει τα πρόσωπα, να τα μειώσει, να τα  αποξενώσει, να τα ρεζιλέψει. Χρησιμοποιεί ακόμα και τον άμβωνα της Εκκλησίας προκειμένου να καταδικάσει την ηθική κάποιων και να καταξιώσει άλλους, με πάμφθηνα και υποκειμενικά κριτήρια.

Η ζωή της είναι δοκάρι στο μάτι του κόσμου του καθωσπρεπισμού  της  εμφάνισης και της συμπεριφοράς. Ο θρησκευτικός εξωραϊσμός κάθε χώρου και εποχής (ακόμα και χριστιανικού, μη κρυβόμαστε) έχει πολλά σημεία συναναστροφής και αποδοχής με εξωτερικά και μόνο στοιχεία.  Το μήνυμα   του Χριστού   βλέπει την  ψυχή και δε στέκεται στην όψη∙  επαινεί τη μεταστροφή και κατακρίνει την υποκρισία. Η θρησκευόμενη κοινωνία μας δεν μπορεί δήθεν να ανεχθεί ηθικές παραβατικότητες, σαν αυτές που είχε κάνει η  Οσία Μαρία στην πόλη της την Αλεξάνδρεια και σπεύδει να χαρακτηρίσει τα πρόσωπα, να τα μειώσει, να τα  αποξενώσει, να τα ρεζιλέψει. Χρησιμοποιεί ακόμα και τον άμβωνα τη Εκκλησίας προκειμένου να καταδικάσει την ηθική κάποιων και να καταξιώσει άλλους, με πάμφθηνα και ευτελή κριτήρια. 

  Άλλες φορές  αυτός ο κόσμος   φροντίζει να καλύπτει τις διδαχές περί   τάξης  και ηθικής   μέσα    στα κηρύγματα,  στις  ελεημοσύνες, στις  δημόσιες  σχέσεις. Αμέτρητα είναι τα παραδείγματα  ηθικής σώματος και ανηθικότητας ψυχής, παρθενίας  εξωτερικής και πορνείας εσωτερικής. Χωρίς βέβαια να απολυτοποιούμε καταστάσεις. Αρκετοί απλώνουν την συνείδησή τους και την ταυτίζουν με την κλειδαρότρυπα.  Όσο εύρος    έχει αυτή, τόση  είναι και η  έκταση του αγώνα τους, αφού κριτήριο έχουν την αμαρτία των άλλων και όχι τις προτροπές του Κυρίου. Ο αρρωστημένος ηθικισμός που διαθέτουν γίνεται κριτήριο σωτηρίας και αυτοδικαίωσης. Από  κει και πέρα   βαυκαλίζεται η κοινωνία του 21ου αιώνα    για  την  ηθική στάθμη  της,   που ποτέ δεν είναι άριστη, ούτε  και καλή. 

Σίγουρα  ο  λόγος της  Εκκλησίας   οφείλει να  καταγγείλει  την υποκρισία  και να επαινέσει  την μετάνοια, να ελέγξει  την αιτία  και να ενθαρρύνει  την αλλαγή,  να  στηλιτεύσει την εμμονή και  να προβάλει  την  επιστροφή.   Η  αποδοχή του ξένου,  του αμαρτωλού,  του διαφορετικού  δεν είναι θέμα  απλά φιλανθρωπίας  μας, αλλά  επιταγή  Χριστού.  Εκείνος  πρώτος    συγχώρεσε, συναναστράφηκε, επικαλέστηκε   πόρνες.  Δεν τοποθέτησε  ετικέτα  αλλά  απαίτησε  συγκατάβαση. 

Στη θέση  της πρώην ιερόδουλης  της Αιγύπτου   και τώρα  της ερημήτριας Μαρίας του  Ιορδάνη  μπορούμε  να βάλουμε   άνετα  τον εαυτό μας και  την  ποικιλόμορφη  εκπόρνευση  της  ζωής μας. Το ότι  γινόμαστε   ανήθικοί στην ψυχή,   δε πρέπει  να  μείνουμε  και  ανίατοι. Αντίστοιχη πρακτική  υπάρχει και σε άλλα θέματα, πικρή είναι η αλήθεια. Θέσαμε υπό καθεστώς συμφέροντος κάθε σχέση μας με τους συνανθρώπους μας, ακόμα και με τον Θεό. Όσο μας χαρίζουν αυτό που θέλουμε και μας  ευχαριστεί τότε έχουμε σχέση μαζί τους. Κοιτάμε πάντα τι θα λάβουμε, περισσότερο από το τι θα δώσουμε.